- χλωροσταφιδίτης
- ο зелёное вино (из зеленого коринфского винограда)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
χλωροσταφιδίτης — ο, Ν (ενν. οίνος) κρασί που παράγεται από χλωρές σταφίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < χλωρ(ο) * + σταφίδα + κατάλ. ίτης* (πρβλ. μηλ ίτης)] … Dictionary of Greek
σταφίδα — Ο αποξηραμένος μαύρος καρπός της σταφιδαμπέλου, αλλά και η ίδια η σταφιδάμπελος, όπως επίσης και το κτήμα που φέρει φυτεία σταφιδαμπέλου. Ασταφίς και σταφίς ήταν όροι με τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν κάθε αποξηραμένη σταφυλή. Η… … Dictionary of Greek